Είναι Σάββατο πρωί και ο κύριος Λι βρίσκεται με τη Μικρή του
Φίλη και με αγαπημένους φίλους του στα Καλάβρυτα. Ήρθαν εδώ από χτες και
διανυκτέρευσαν σε ένα μικρό ξενοδοχείο.
Σταθερός
στις συνήθειές του ο Λι ξυπνάει χαράματα, σηκώνεται προσεκτικά να μην ξυπνήσει
τη Μικρή του Φίλη, ζώνεται μ’ ένα χοντρό μπουφάν και κάθεται στο μπαλκόνι να
αφομοιώσει το τοπίο και τον τόπο. Η θέα προς το φαράγγι του Βουραϊκού. Την παχιά πάχνη που χαϊδεύει τη χλωρίδα την
απειλεί κιόλας ο μαχμουρλής πρωινός ήλιος. Την εκκωφαντική ησυχία του τοπίου
συμπληρώνουν οι ήχοι της - ένα βέλασμα,
ένας κόκκορας, ένα μηχανάκι που αγκομαχάει χιλιόμετρα μακριά , κάποιος χτύπος.
Άνθρωπος της πόλης ο Λι κι όμως την ξέρει πολύ καλά αυτή την εικόνα, αυτή τη
στιγμή, αυτή την αίσθηση.
Τώρα που
είναι μόνος και απερίσπαστος, το σφίξιμο το αισθάνεται πολύ πιο έντονο. Έχει
φαντάσματα εδώ, σκέφτεται, ώρες νιώθει πως το αίμα είναι νωπό στη γη. Ο
εφιάλτης της σφαγής των Καλαβρύτων ζωντανεύει εφιαλτικά κάθε φορά που επισκέπτεται τον τόπο ο Λι. Δεν
μπορεί να σκεφτεί εύκολα την Ιστορία χωρίς πρόσωπα, χωρίς τους συντελεστές της.
Μένει στους ανθρώπους, στη συμμετοχή τους, στην ευθύνη τους. Κι όταν διαβάζει
«3.000 γερμανοί στρατιώτες της 177ης Μεραρχίας στο δρόμο για τα
Καλάβρυτα κλπκλπ», σκέφτεται τον Χανς.
Είναι στο
μπαλκόνι του ξενοδοχείου ο Λι και βλέπει τον Χανς να πορεύεται από το φαράγγι
του Βουραϊκού για μέρες, μαζί με χιλιάδες άλλους γερμανούς, που, έχοντας άνωθεν
εντολές, κατακαίουν, πυρπολούν χωριά, Ρωγοί, Κερπινοί, Ζαχλωρού, Σούβαρδο,
Βραχνί, Βισοκά, Φτέρη, Αυλές, εκτελούν τους κατοίκους τους. Μπαίνει στη θέση
του, γίνεται αυτός Χανς. Αδυνατεί όμως, και πάλι. Τι κάνεις, Χανς; Από πού
ήρθες; Πού μεγάλωσες; Ποια ήταν τα παιχνίδια σου, οι φίλοι σου, οι πρώτες σου
μέρες στο σχολείο; Τι κάνεις, Χανς; Πού βρίσκεσαι; Ποιοι είναι αυτοί που ζουν
στην πάχνη και στην πρωινή ησυχία; Ποιον αγαπάνε; Τι έφαγαν χτες;
Αχώνευτη,
αχώνευτη συνθήκη για τον κύριο Λι. Κολλάει το μυαλό του και επιμένει. Ο Χανς
επιστρατεύτηκε και ήρθε. Δε ρωτηθήκανε οι στρατιώτες αν θέλουν να σκοτώνουν, δε
ρωτηθήκανε αν θέλουν να μετατραπούν σε θηρία. Όμως να τοι. Στα χωριά των
Καλαβρύτων. Είναι Δεκέμβρης και βρίσκονται στα χωριά των Καλαβρύτων, χιλιάδες χιλιόμετρα
μακριά από τη ζωή τους, και σκοτώνουν. Τι θα έκανα εγώ στη θέση του Χανς, αναρωτιέται. Δεν υπάρχει ατομική ιστορική
ευθύνη; Δεν υπάρχει συνείδηση να την ορίζει;
Τι θα έκανα
εγώ; Αδύναμος ο Λι, λέει πως θα κρυβόταν σε κάποια πυκνή συστάδα καθώς θα
απομακρύνονταν οι δικοί του, θα έμενε όσο άντεχε εκεί και μετά, αφού παρατούσε
το όπλο του, θα πλησίαζε με χέρια σηκωμένα σε εκείνο το σπιτάκι μακριά που
καπνίζει και που κάποια φιγούρα είναι σκυμμένη στη γη. Με τη γλώσσα του σώματος
θα μιλούσε για αγάπη και θα αφηνόταν στην τύχη του.
«Κι αν;»,
ακούει από τώρα την αντίρρηση της παρέας που σκέφτεται να θέσει το θέμα
αργότερα. «Κι αν;» Ε, τότε θα τον σκότωναν. Σ’ έναν κόσμο που σε βάζει στο
δίλημμα να σκοτώσεις ή να σκοτωθείς, ο κύριος Λι προτιμάει να αγαπήσει.
Όταν είχα κάνει τη διαδρομή με τον οδοντωτό στα Καλάβρυτα, είχα κάνει παρόμοιες σκέψεις, όταν κάθε τόσο υπήρχαν μνημεία μέσα στο δάσος όλων εκείνων που σφαγιάστηκαν. Μα τι να σχολιάσεις;
ΑπάντησηΔιαγραφήΊσως να μη μπορείς να πάρεις θέση στο τι θα έκανες "αν". Δεν μπορείς να γνωρίζεις τα συναισθήματα, όταν π.χ. να έβλεπες να σκοτώνουν τη μάνα σου, ή να βιάζουν την αδελφή σου ή κόρη σου. Ίσως έβγαινε κ από εσένα ο πιο σκληρός εαυτός σου. Μακάρι να θριάμβευε η αγάπη, αλλά μιλάμε εκ του ασφαλούς. Με "φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί..." και δυστυχώς το χειρότερο "αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ".
Ναι,roadartist, είναι δύσκολο σ' αυτό τον τόπο να ξεφύγεις από τη μνήμη. Έχει πολύ δυνατή φωνή.
ΔιαγραφήΘυμάμαι στη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Θα θυμάσαι κι εσύ την κυρά Χαδούλα που άρχισε να πνίγει τα κορίτσια για να τα λυτρώσει από τη βασανιστική, όπως η Χαδούλα έκρινε, ζωή τους. Κάποια στιγμή ο αφηγητής λέει για τη Χαδούλα πως "ψήλωσε ο νους της".
Έχεις δίκιο, σε ακραίες καταστάσεις, ασύλληπτες, μπορεί να ψηλώνει ο νους, τα όρια της λογικής να θολώνουν. Τον Λι, πάντως, τον ενοχλεί η αρχική "συγκατάβαση" του στρατιώτη που υπηρετεί τι; ποιον; για τι;Ίσως ακριβώς γιατί δε θέλει να συναντηθεί με τη φρίκη και να ψηλώσει απ' αυτή ο νους του.
Έχει δίκιο το ξωτικό. Βαριές σκέψεις μας σέρβιρε ο Λι σε μια ανοιξιάτικη, ηΛΙόλουστη Κυριακή..
Σ' ευχαριστώ, καλή βδομάδα.
Αααχ μεγάλο και δυσβάσταχτο .
ΑπάντησηΔιαγραφήΜέσα στη λιακάδα της Κυριακής και της ειρήνης μοιάζουν λίγο πιο εύκολες οι απαντήσεις .
Μακάρι να τα έθετε η ζωή έτσι ..."απλά" τα ερωτήματα .
Απο που ερχόμαστε και πως μεγαλώνουμε και γιατί δεν γίνεται το δίλημμα αυτό κυρίαρχος στόχος της παιδείας μας είναι το πιο ζόρικο ερώτημα νομίζω και το μεγάλο στοίχημα του πολιτισμένου κόσμου.
Ας αναγνωρίσουμε πάντως πως έχει υπάρξει πρόοδος στην ανθρωπότητα έστω μικρή και αργή κι ας ελπίσουμε οι νέοι τρόποι επικοινωνίας και πληροφορίας να χρησιμεύσουν για μεγαλύτερη .
Και ας θυμόμαστε πως πριν φθάσει κανείς στο να διαλέξει αν θα σκοτώσει ή θα σκοτωθεί έχει επιτρέψει (απερίσκεπτα ή αδιάφορα) ή αποδεχτεί πως μπορεί να σκοτώνει με τον λόγο ....κι απο εκεί ανοίγει ο δρόμος και δεν είναι μακρύς .
Εν αρχή είναι ο λόγος και πάλι λοιπόν ,γι αυτό ας τον διυλίζουμε όσο περισσότερο μπορούμε στα "μικρά" καθημερινά μας διλήμματα γιατί όταν φθάνουμε στα μεγάλα είναι πολύ αργά πια φοβάμαι .
Μια καλημέρα αγάπης και ευχαριστίας για την πνευματική γυμναστική ;-)
Βλέπεις, εξωτικό, ευεργετικά έδρασε ο κυριακάτικος ήλιος και στα λεγόμενά σου! Θεωρώ ότι μιλάς πολύ εύστοχα για το ζόρικο ερώτημα και το μεγάλο στοίχημα του πολιτισμένου κόσμου. Το βάζει το στοίχημα ο κόσμος, όμως; Πόσο πειθήνια δεχόμαστε καταστάσεις ανθρωπίνως απαράδεκτες, αιώνες τώρα;
ΔιαγραφήΌσο για το λόγο, επειδή αυτό είναι βαθύ, θα το δώσω στον Λι να το επεξεργαστεί και θα ετεροχρονίσουμε την απάντηση, οκ;
Αγάπης και όχι τυπικής ανταπόδοσης κι η δική μου ευχαριστία για την επίσκεψη και την κουβέντα. :-)
Πριν πολλά χρόνια με μια φίλη μου και τα δυο μας (τότε) πολύ μικρά παιδιά, πήραμε τον οδοντωτό για τα Καλάβρυτα. Τότε δεν γνώριζα καλά την ιστορία του τόπου και ίσως καλύτερα γιατί το ζητούμενο ήταν να περάσουν όμορφα τα παιδιά μας και φυσικά και εμείς.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠέρσι όμως, μου ζήτησε μια φίλη ξεναγός που δεν έχει internet, να της δώσω ιστορικές πληροφορίες για τη ξενάγηση της στα Καλάβρυτα και στη γύρω περιοχή, έτσι βρέθηκα να μελετώ με κάθε λεπτομέρεια τα γεγονότα. Το ενδιαφέρον της ξενάγησης ήταν πως οι "πελάτες" ήταν Γερμανοί και γιατί να μην ήταν και συγγενείς κάποιου Χανς!
Και να που τώρα έρχεται ο κύριος Λι και θέτει ερωτήματα, "και αν"; Μάλιστα!!!
Δεν έχει σταματήσει ο πόλεμος στον πλανήτη μας και προσωπικά και να με υποχρέωναν να πολεμήσω θα προτιμούσα να με φυλακίσουν ως δειλή ή ότι άλλο παρά να γίνω μέρος της όποιας παραφροσύνης.
Μπορείς κύριε Λι, όταν αγαπάς να αντιδράσεις διαφορετικά;
Καλό ανοιξιάτικο και χαλαρό βραδάκι να έχουμε! :)
Άιναφετς, εύγε, καθαρές απαντήσεις, γενναίες, που υποβάλλονται από τη μέσα αγάπη!Βέβαια, στην ιστορία της ανθρωπότητας, στον αγώνα Παραφροσύνη - Αγάπη μας έχουνε βάλει πολλά γκολ, αλλά πού θα πάει, κάποτε θα παίξουμε τη ρεβάνς και θα πάρουμε .. ρεβάνς!
Διαγραφή"Το κακό είναι ισχυρό, αλλά το καλό πολύ πιο ανθεκτικό"...
ΔιαγραφήΛοιπόν, να πάω την παρέα μια βόλτα με τον Οδοντωτό, να ελαφρύνουμε το κλίμα;;; Αν και να εκεί κάπου στη μέση μεταφέρω κάποιες σκέψεις: "Ένας Γερμανός τουρίστας μας χαιρετά, καθώς το τρένο του διασταυρώνεται με το δικό μας... Αξίζει εδώ να αναφερθεί πως κατά τη διάρκεια της διαδρομής συναντάμε αρκετά μαρμάρινα μνημεία στη μνήμη ανθρώπων που σκότωσαν εκεί οι Γερμανοί... Απίστευτα εγκλήματα διέπραξαν και στα Καλάβρυτα..."
ΑπάντησηΔιαγραφήΠόσο τυχεροί πρέπει να νιώθουμε που ζούμε σε "καιρό ειρήνης" στην Ελλάδα - έστω και αν υπάρχει ένας άλλου είδους πόλεμος σήμερα, που επ' ουδενί συγκρίνεται όμως με το "τότε"... και ας ευχηθούμε να φανούμε σοφοί να εκτιμήσουμε την εποχή μας και να μην ξυπνήσουν ξανά τα τέρατα του παρελθόντος...
Εδώ το τότε ταξιδάκι: https://roadartist.blogspot.gr/2011/11/blog-post_11.html
Απίθανη η βόλτα, ευχαριστούμε (αν και μας πήρατε τις καλύτερες θέσεις, δίπλα στον οδηγό, εσείς οι δύο..). Μια χαρά χαιρετήσαμε κι εμείς τον γερμανό τουρίστα, εννοείται. Τι πρόβλημα να έχει ο κύριος Λι με τις εθνικότητες, τους απογόνους, συγγενείς και φίλους; Η σκληρότητα κι η βία είναι τα θέματά του, η παραφροσύνη, όπως ωραία το θέτει η μαγισσούλα.
Διαγραφή(Και αχ, αυτά τα εισαγωγικά στον καιρό ειρήνης, και τι δε θα 'δινε να τα έσβηνε!)
Δεν έχω πάει στα Καλάβρυτα. Μα και στο νησί μου έγιναν θηριωδίες (Κρήτη). Το οικογενειακό μας δράμα ότι ο πατέρας μου δεν γνώρισε πατέρα. Ποτέ δεν μου μίλησε με μίσος για τον εχθρό που του στέρησε κάτι τόσο πολύτιμο. Η αλήθεια είναι πως κάνεις δεν ξέρει τα όριά του μέχρι να τ'ανακαλύψει. Αλλά η συνειδητή επιλογή είναι η αγάπη, η ζωή. Όμορφες πολύ οι σκέψεις του κυρίου Λι. Νομίζω θα εύχεται η ανθρωπότητα να πάψει να ζει τέτοιες στιγμές.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦακίδα, στις σκέψεις του κ. Λι πρόσθεσες κι άλλες αληθινά πολύ όμορφες. Πόσο ήρωας μπορεί να είναι ένας τέτοιος πατέρας;
ΔιαγραφήΌσο για τον Λι, δεν είναι μόνο ότι εύχεται να πάψουμε να ζούμε τέτοιες στιγμές: του καημένου, δεν του καλοχωράνε στο κεφάλι όλα αυτά τα παρανοϊκά - που πάντα επιμένει να τα εξετάζει στο πεδίο των ατομικών επιλογών και της ατομικής ευθύνης..
Σ' ευχαριστώ.
Δίχως αναλύσεις και απαντήσεις σ' ένα ρητορικό ερώτημα, ταυτίστηκα με τις σκέψεις, τις αγωνίες, αυτές τις βασανιστικές απορίες και τους υποθετικούς μαίανδρους σκέψης που έκανε ο κ. Λι εκείνο το πρωί. Έχω κι εγώ αυτή την πάθηση και με πιάνει σε κάτι τέτοια μέρη. Οι φίλοι βέβαια με φωνάζουν καμπανοκρουσμένη (κάτι θα ξέρουν...), μα τέτοια χώματα θέλουν σεβασμό να τα πατάς κι ο αέρας που φυσάει έχει ακόμα τη μυρωδιά απ' την κάφτρα. Αν έχεις πάει στο Νταχάου, λένε πως ακόμα το χώμα αναδύει μυρωδιές απ' τις στάχτες τους...
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα'σαι καλά Διονύση.
Διορθώνω. Στο Άουσβιτς εννοούσα. Αν και δεν έχει καμμιά διαφορά, τα ίδια σφαγεία ήταν...
ΔιαγραφήΈχουν και τα μέρη, βλέπεις, Μαρία, το σαρκίο τους, το γεμάτο ουλές και σημάδια κι ίσως και ψυχή που θυμάται και πονάει. Καμιά φορά νιώθεις πως η μνήμη πορεύεται μονάχη, ανεξάρτητη από τις θελήσεις μας και είναι πάντα εκεί και περιμένει και "σημαίνει". (Δεν είναι τυχαίο, φαντάζομαι, που οι αρχαίοι το μνήμα (<μνήμη, μιμνήσκω) το ονόμαζαν "σήμα" (<σημάνjω, σημαίνω).
ΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ πολύ
Αγαπητέ φίλε, προβάλλουμε το αξιόλογο θέμα σου στη γνωστή στήλη ΕΜΦΑΣΗ του "Ευρυτάνα ιχνηλάτη" (βρίσκεται στην κάθετη δεξιά μπάρα του blog μας - με το χαρακτηριστικό σκίτσο με τον πιτσιρικά που μοιράζει εφημερίδες). Εκεί με ένα "κλικ" ο αναγνώστης μεταφέρεται απευθείας στη δική σας ιστοσελίδα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή συνέχεια...
Ευχαριστώ, Ευρυτάνα. Είναι ό,τι καλύτερο η μοιρασιά της σκέψης.
ΔιαγραφήΚαλή συνέχεια και σε σένα (Αποφεύγω τα καλά λόγια, για να μη θεωρηθούν ανταποδοτικές φιλοφρονήσεις :-) )